
Απαρηγόρητος που κατατροπώθηκα για μιαν ακόμα φορά από τη μόνιμη αιτία των ψυχικών αναβρασμών μου, τη γυναίκα που κάποια τυφλή, θεόστραβη μοίρα την κατέστησε μάνα μου εσαεί, επιχειρούσα -όσην ώρα το λεωφορείο της γραμμής διευκόλυνε την καθημερινή φυγή μου από τη συνοικία στο κέντρο της πόλης, κι έβλεπα απ’ το παράθυρο να πέφτουν πάνω στη γη μια μια οι σκιές των πραγμάτων- καταβάλλοντας προσπάθειες, να αναπλάσω τη συνομιλία που μας οδήγησε σε τρικούβερτο καυγά σκεφτόμουν τη σκηνή που είχε διαδραματιστεί μεταξύ μας λίγο πριν, και τα μάτια μου θόλωναν από καταρράχτες κόκκινου θυμού, όσο το μαύρο στον ορίζοντα κέρδιζε σε βαθύτητα. Ήταν η ώρα που πάντα απέδραττα από το σπίτι. […]
(Από την έκδοση)
Δεκέμβριος 2018